- διανοημάτων
- διανόημαthoughtneut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
λόγος — I Η ομιλία, η λαλιά του ανθρώπου ως μέσο έκφρασης και επικοινωνίας. Βλ. λ. γλώσσα. Λ. επίσης ονομάζεται η λογική. Βλ. λ. λογική. II (Μαθημ.). Ας είναι Α και Β δύο ομοειδή γεωμετρικά μεγέθη, για παράδειγμα, δύο ευθύγραμμα τμήματα· ενδέχεται φυσικά … Dictionary of Greek
ορθοέπεια — η (Α ὀρθοέπεια) η ορθή έκφραση τού λόγου, η ορθή γλωσσική διατύπωση τών διανοημάτων, η τήρηση τών γραμματικών και συντακτικών κανόνων στον λόγο, προφορικό και γραπτό. [ΕΤΥΜΟΛ. < ορθ(ο) * + έπεια (< επής < ἔπος), πρβλ. καλλι έπεια] … Dictionary of Greek
Χαλγκρίμσον, Γιόνας — (Hallgrimson, 1807 – 1844). Ισλανδός λυρικός ποιητής. Αφού αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης, στάλθηκε από τη δανική κυβέρνηση σε γεωλογική αποστολή στην Ισλανδία (1837 42), όπου εξετέλεσε ενδιαφέρουσες γεωλογικές παρατηρήσεις.… … Dictionary of Greek
έκθεση — η 1. τοποθέτηση στο ύπαιθρο ή σε δημόσιο τόπο: Τα κομμένα σύκα με την έκθεσή τους ξεραίνονται γρήγορα. 2. η τοποθέτηση γεωργικών προϊόντων ή εμπορευμάτων ή ανθρώπινων δημιουργημάτων σε δημόσιο μέρος για κοινή θέα και για πώληση: Η Διεθνής Έκθεση… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ακριβολογία — ακριβολογία, η και ακριβολόγημα, το η διατύπωση με ακρίβεια των διανοημάτων: Το γράψιμό του ξεχωρίζει για την ακριβολογία … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ετοιμότητα — η 1. δεξιότητα, προθυμία για κάτι. 2. ευχέρεια στη διατύπωση διανοημάτων, ευστροφία: Έχεικαταπληκτική ετοιμότητα κατά τη συζήτηση … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)